εἰδωλολατρεία
εἰδωλολατρεία
εἰδωλολατρεία, ἡ,
idolatry, NTest.
from εἰδωλολάτρης
{
"content": "εἰδωλολατρεία\n εἰδωλολατρεία, ἡ,\n idolatry, NTest.\n from εἰδωλολάτρης",
"key": "ei)dwlolatrei/a"
}