Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐθιστός
ἐθνάρχης
ἐθνικός
ἔθνος
ἔθος
ἔθω
εἴωθα
εἱαμενή
εἱανός
εἶα
εἰαρόμασθος
εἴβω
εἰδάλιμος
εἶδαρ
εἰδήμων
εἰδοί
εἴδομαι
εἶδον
εἰδοποιέω
εἰδοποιία
εἰδοποιός
View word page
εἰαρόμασθος
εἰαρόμασθος εἰαρό-μασθος, ον with youthful breasts, Anth.
ShortDef
with youthful breasts
Debugging
Headword:
εἰαρόμασθος
Headword (normalized):
εἰαρόμασθος
Headword (normalized/stripped):
ειαρομασθος
IDX:
9628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9631
Key:
ei)aro/masqos
Data
{'content': 'εἰαρόμασθος\n εἰαρό-μασθος, ον\n with youthful breasts, Anth.', 'key': 'ei)aro/masqos'}