Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
αἴτησις
αἰτητέον
αἰτητικός
αἰτητός
αἰτιάζομαι
αἰτίαμα
αἰτιάομαι
αἰτία
αἰτιατέον
αἰτίζω
αἰτιολογικός
αἴτιος
Αἰτναῖος
αἰφνίδιος
αἰχμάζω
αἰχμαλωσία
αἰχμαλωτεύω
αἰχμαλωτικός
αἰχμαλωτίς
αἰχμάλωτος
αἰχμήεις
View word page
αἰτιολογικός
αἰτιολογικός inquiring into causes: τὸ αἰτιολογικόν, investigation of causes, Strab.
ShortDef
inquiring into causes
Debugging
Headword:
αἰτιολογικός
Headword (normalized):
αἰτιολογικός
Headword (normalized/stripped):
αιτιολογικος
IDX:
948
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n948
Key:
ai)tiologiko/s
Data
{'content': 'αἰτιολογικός\n inquiring into causes: τὸ αἰτιολογικόν, investigation of causes, Strab.', 'key': 'ai)tiologiko/s'}