Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐγκαταλείπω
ἔγκαυμα
ἔγκειμαι
ἐγκείρω
ἐγκέλευμα
ἐγκέλευστος
ἐγκελεύω
ἐγκεντρίς
ἐγκεράννυμι
ἐγκερτομέω
ἐγκέφαλος
ἐγκιθαρίζω
ἐγκλείω
ἔγκλημα
ἐγκληματικός
ἔγκληρος
ἐγκλιδόν
ἐγκλίνω
ἐγκοιλαίνω
ἔγκοιλος
ἐγκοιμίζω
View word page
ἐγκέφαλος
ἐγκέφαλος ἐγ-κέφᾰλος, ὁ, κεφαλή that which is within the head, the brain, Hom., etc. the edible pith of young palm-shoots, Xen.
ShortDef
that which is within the head, the brain
Debugging
Headword:
ἐγκέφαλος
Headword (normalized):
ἐγκέφαλος
Headword (normalized/stripped):
εγκεφαλος
IDX:
9467
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9470
Key:
e)gke/falos
Data
{'content': 'ἐγκέφαλος\n ἐγ-κέφᾰλος, ὁ,\n κεφαλή\n that which is within the head, the brain, Hom., etc.\n the edible pith of young palm-shoots, Xen.', 'key': 'e)gke/falos'}