Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐγκατασκήπτω
ἐγκατασπείρω
ἐγκαταστοιχειόομαι
ἐγκατασφάττω
ἐγκατατέμνω
ἐγκατατίθημι
ἐγκαταχέω
ἐγκατιλλώπτω
ἐγκατοικέω
ἐγκατοικοδομέω
ἔγκατα
ἐγκαταγηράσκω
ἐγκαταδέω
ἐγκαταδύνω
ἐγκαταζεύγνυμι
ἐγκατακαίω
ἐγκατάκειμαι
ἐγκατακλίνω
ἐγκατακοιμάομαι
ἐγκατακρούω
ἐγκαταλαμβάνω
View word page
ἔγκατα
ἔγκατα ἔγκᾰτα, τά, ἐν the inwards, entrails, bowels, Lat. intestina, Hom.

ShortDef

the inwards, entrails, bowels

Debugging

Headword:
ἔγκατα
Headword (normalized):
ἔγκατα
Headword (normalized/stripped):
εγκατα
IDX:
9445
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9448
Key:
e)/gkata

Data

{'content': 'ἔγκατα\n ἔγκᾰτα, τά,\n ἐν\n the inwards, entrails, bowels, Lat. intestina, Hom.', 'key': 'e)/gkata'}