Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
ἐγκάπτω
ἔγκαρος
ἔγκαρπος
ἐγκάρσιος
ἐγκαρτερέω
ἐγκατάληψις
ἐγκαταλογίζομαι
ἐγκαταμείγνυμι
ἐγκαταπήγνυμι
ἐγκαταπίπτω
ἐγκαταπλέκω
ἐγκαταρράπτω
ἐγκατασκήπτω
ἐγκατασπείρω
ἐγκαταστοιχειόομαι
ἐγκατασφάττω
ἐγκατατέμνω
ἐγκατατίθημι
ἐγκαταχέω
ἐγκατιλλώπτω
ἐγκατοικέω
View word page
ἐγκαταπλέκω
ἐγκαταπλέκω fut. -πλέξω to interweave, entwine, Xen.
ShortDef
to interweave, entwine
Debugging
Headword:
ἐγκαταπλέκω
Headword (normalized):
ἐγκαταπλέκω
Headword (normalized/stripped):
εγκαταπλεκω
IDX:
9433
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9436
Key:
e)gkataple/kw
Data
{'content': 'ἐγκαταπλέκω\n fut. -πλέξω\n to interweave, entwine, Xen.', 'key': 'e)gkataple/kw'}