Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἐγκαίω
ἐγκακέω
ἐγκαλέω
ἐγκαλλωπίζομαι
ἐγκαλλώπισμα
ἐγκαλυμμός
ἐγκαλύπτω
ἐγκάμπτω
ἐγκανάσσω
ἐγκαναχάομαι
ἐγκάπτω
ἔγκαρος
ἔγκαρπος
ἐγκάρσιος
ἐγκαρτερέω
ἐγκατάληψις
ἐγκαταλογίζομαι
ἐγκαταμείγνυμι
ἐγκαταπήγνυμι
ἐγκαταπίπτω
ἐγκαταπλέκω
View word page
ἐγκάπτω
ἐγκάπτω fut. ψω perf. -κέκαφα to gulp in greedily, snap up, Ar.

ShortDef

to gulp in greedily, snap up

Debugging

Headword:
ἐγκάπτω
Headword (normalized):
ἐγκάπτω
Headword (normalized/stripped):
εγκαπτω
IDX:
9423
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9426
Key:
e)gka/ptw

Data

{'content': 'ἐγκάπτω\n fut. ψω\n perf. -κέκαφα\n to gulp in greedily, snap up, Ar.', 'key': 'e)gka/ptw'}