Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δωτήρ
δωτινάζω
δωτίνη
Δωτώ
δώτωρ
ἑανός
ἐάν
ἔα
ἐαρίζω
ἐαρινός
ἐαροτρεφής
ἔαρ
ἐατέος
ἑαυτοῦ
ἑάφθη
ἐάω
ἑβδομαγέτης
ἑβδομαῖος
ἑβδομάς
ἑβδόματος
ἑβδομήκοντα
View word page
ἐαροτρεφής
ἐαροτρεφής ἐαρο-τρεφής, ές τρέφω flourishing in spring, Mosch.

ShortDef

flourishing in spring

Debugging

Headword:
ἐαροτρεφής
Headword (normalized):
ἐαροτρεφής
Headword (normalized/stripped):
εαροτρεφης
IDX:
9346
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9349
Key:
e)arotrefh/s

Data

{'content': 'ἐαροτρεφής\n ἐαρο-τρεφής, ές\n τρέφω\n flourishing in spring, Mosch.', 'key': 'e)arotrefh/s'}