Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δωδεκάπαις
δωδεκάπαλαι
δωδεκάπηχυς
δωδεκάπολις
δώδεκα
δωδεκάρχης
δωδεκάσκαλμος
δωδεκάσκυτος
δωδεκάς
δωδεκαταῖος
δωδέκατος
δωδεκαφόρος
δωδεκάφυλος
δωδεκέτης
Δωδωναῖος
Δωδώνη
δῶμα
δωμάτιον
δωματῖτις
δωματοφθορέω
δωμάω
View word page
δωδέκατος
δωδέκατος δωδέκᾰτος, η, ον the twelfth, Hom., etc.: Epic δυωδ-, Hom.
ShortDef
the twelfth
Debugging
Headword:
δωδέκατος
Headword (normalized):
δωδέκατος
Headword (normalized/stripped):
δωδεκατος
IDX:
9299
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9302
Key:
dwde/katos
Data
{'content': 'δωδέκατος\n δωδέκᾰτος, η, ον\n the twelfth, Hom., etc.: Epic δυωδ-, Hom.', 'key': 'dwde/katos'}