Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δωδεκαμήχανος
δωδεκάπαις
δωδεκάπαλαι
δωδεκάπηχυς
δωδεκάπολις
δώδεκα
δωδεκάρχης
δωδεκάσκαλμος
δωδεκάσκυτος
δωδεκάς
δωδεκαταῖος
δωδέκατος
δωδεκαφόρος
δωδεκάφυλος
δωδεκέτης
Δωδωναῖος
Δωδώνη
δῶμα
δωμάτιον
δωματῖτις
δωματοφθορέω
View word page
δωδεκαταῖος
δωδεκαταῖος δωδεκᾰταῖος, α, ον on the twelfth day, Plat. twelve days old, Hes. (in Epic form duwd-) .
ShortDef
on the twelfth day
Debugging
Headword:
δωδεκαταῖος
Headword (normalized):
δωδεκαταῖος
Headword (normalized/stripped):
δωδεκαταιος
IDX:
9298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9301
Key:
dwdekatai=os
Data
{'content': 'δωδεκαταῖος\n δωδεκᾰταῖος, α, ον\n on the twelfth day, Plat.\n twelve days old, Hes. (in Epic form duwd-) .', 'key': 'dwdekatai=os'}