Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δυωδεκάμοιρος
δυώδεκα
δυώδεκα
δυωκαιεικοσίμετρος
δυωκαιεικοσίπηχυς
δύω
δωδεκάγναμπτος
δωδεκάδαρχος
δωδεκάδραχμος
δωδεκάδωρος
δωδεκάεθλος
δωδεκαετής
δωδεκάκις
δωδεκάλινος
δωδεκαμήχανος
δωδεκάπαις
δωδεκάπαλαι
δωδεκάπηχυς
δωδεκάπολις
δώδεκα
δωδεκάρχης
View word page
δωδεκάεθλος
δωδεκάεθλος δωδεκ-άεθλος, ον ἄεθλον conqueror in 12 contests, Anth.

ShortDef

conqueror in twelve contests

Debugging

Headword:
δωδεκάεθλος
Headword (normalized):
δωδεκάεθλος
Headword (normalized/stripped):
δωδεκαεθλος
IDX:
9284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9287
Key:
dwdeka/eqlos

Data

{'content': 'δωδεκάεθλος\n δωδεκ-άεθλος, ον\n ἄεθλον\n conqueror in 12 contests, Anth.', 'key': 'dwdeka/eqlos'}