Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
αἰσχρήμων
αἰσχροκέρδεια
αἰσχροκερδής
αἰσχρολογέω
αἰσχρολογία
αἰσχρόμητις
αἰσχροποιός
αἰσχροπραγέω
αἰσχρός
αἰσχρότης
αἰσχρουργία
αἰσχύνη
αἰσχυντέον
αἰσχυντηλός
αἰσχυντηρός
αἰσχυντήρ
αἰσχυντικός
αἰσχύνω
ἀΐτας
αἰτέω
αἴτημα
View word page
αἰσχρουργία
αἰσχρουργία *ἔργω shameless conduct, Eur.
ShortDef
shameless conduct
Debugging
Headword:
αἰσχρουργία
Headword (normalized):
αἰσχρουργία
Headword (normalized/stripped):
αισχρουργια
IDX:
927
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n927
Key:
ai)sxrourgi/a
Data
{'content': 'αἰσχρουργία\n *ἔργω\n shameless conduct, Eur.', 'key': 'ai)sxrourgi/a'}