Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δυστράπελος
δύστροπος
δυστυχέω
δυστύχημα
δυστυχής
δυστυχία
δυσυπόστατος
δυσφαής
δύσφατος
δυσφημέω
δυσφημία
δύσφημος
δυσφιλής
δυσφορέω
δυσφόρητος
δυσφόρμιγξ
δύσφορος
δυσφρόνη
δυσφρόνως
δυσφροσύνη
δύσφρων
View word page
δυσφημία
δυσφημία from δυσφημέω δυσφημία, ἡ, ill language, words of ill omen, Soph.
ShortDef
ill language, words of ill omen
Debugging
Headword:
δυσφημία
Headword (normalized):
δυσφημία
Headword (normalized/stripped):
δυσφημια
IDX:
9240
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9243
Key:
dusfhmi/a
Data
{'content': 'δυσφημία\n from δυσφημέω\n δυσφημία, ἡ,\n ill language, words of ill omen, Soph.', 'key': 'dusfhmi/a'}