Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δυσσεβής
δυσσεβία
δύσσοος
δυσσύνοπτος
δυστάλας
δυστέκμαρτος
δύστεκνος
δυστερπής
δύστηνος
δυστήρητος
δυστλήμων
δύστλητος
δυστοκεύς
δυστοκέω
δύστοκος
δυστομέω
δύστομος
δύστονος
δυστόπαστος
δυστόχαστος
δυστράπεζος
View word page
δυστλήμων
δυστλήμων suffering hard things, Hhymn.

ShortDef

suffering hard things

Debugging

Headword:
δυστλήμων
Headword (normalized):
δυστλήμων
Headword (normalized/stripped):
δυστλημων
IDX:
9219
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9222
Key:
dustlh/mwn

Data

{'content': 'δυστλήμων\n suffering hard things, Hhymn.', 'key': 'dustlh/mwn'}