Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δύσπειστος
δύσπεμπτος
δυσπέμφελος
δυσπενθής
δυσπέρατος
δυσπερίληπτος
δυσπετής
δυσπήμαντος
δυσπινής
δύσπλανος
δυσπλοΐα
δύσπλοος
δύσπλωτος
δύσπνοια
δύσπνοος
δυσπολέμητος
δυσπόλεμος
δυσπολιόρκητος
δυσπονής
δυσπόνητος
δύσπονος
View word page
δυσπλοΐα
δυσπλοΐα difficulty of sailing, Anth.

ShortDef

difficulty of sailing

Debugging

Headword:
δυσπλοΐα
Headword (normalized):
δυσπλοΐα
Headword (normalized/stripped):
δυσπλοια
IDX:
9177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n9180
Key:
dusploi/a

Data

{'content': 'δυσπλοΐα\n difficulty of sailing, Anth.', 'key': 'dusploi/a'}