Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δυσδιάθετος
δυσδιαίτητος
δυσδιάλυτος
δυσδιερεύνητος
δυσδίοδος
δύσεδρος
δυσειδής
δυσείματος
δυσείσβολος
δυσείσπλοος
δυσέκθυτος
δυσέκλυτος
δυσέκνιπτος
δυσεκπέρατος
δυσέκφευκτος
δυσέλεγκτος
Δυσελένα
δύσελπις
δυσέλπιστος
δυσέμβατος
δυσέμβολος
View word page
δυσέκθυτος
δυσέκθυτος δυσ-έκθῠτος, ον ἐκθύομαι hard to avert by sacrifice, Plut.

ShortDef

hard to avert by sacrifice

Debugging

Headword:
δυσέκθυτος
Headword (normalized):
δυσέκθυτος
Headword (normalized/stripped):
δυσεκθυτος
IDX:
8995
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8998
Key:
duse/kqutos

Data

{'content': 'δυσέκθυτος\n δυσ-έκθῠτος, ον\n ἐκθύομαι\n hard to avert by sacrifice, Plut.', 'key': 'duse/kqutos'}