Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δρασμός
δράσσομαι
δραστέος
δραστήριος
δρατός
δραχμή
δραχμιαῖος
δράω
δρεπάνη
δρεπανηφόρος
δρεπανοειδής
δρέπανον
δρεπανουργός
δρέπτω
δρέπω
δρησμοσύνη
δρηστήρ
δρηστοσύνη
δριμύλος
δριμύς
δριμύτης
View word page
δρεπανοειδής
δρεπανοειδής δρεπᾰνο-ειδής, ές εἶδος sickle-shaped, Thuc.

ShortDef

sickle-shaped

Debugging

Headword:
δρεπανοειδής
Headword (normalized):
δρεπανοειδής
Headword (normalized/stripped):
δρεπανοειδης
IDX:
8870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8873
Key:
drepanoeidh/s

Data

{'content': 'δρεπανοειδής\n δρεπᾰνο-ειδής, ές\n εἶδος\n sickle-shaped, Thuc.', 'key': 'drepanoeidh/s'}