Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δοριστέφανος
δοριτίνακτος
δορίτμητος
δορίτολμος
δορκάδειος
δορκαλίς
δορκάς
δορός
δορπέω
δορπηστός
Δορπία
δόρπον
δορυδρέπανον
δορύξενος
δορυξόος
δόρυ
δορυσσόητος
δορυσσόος
δορυφορέω
δορυφόρημα
δορυφορία
View word page
Δορπία
Δορπία δορπία, ἡ, the eve of a festival, Hdt.
ShortDef
first day of Apaturia festival; (Hdt) eve of a festival
Debugging
Headword:
Δορπία
Headword (normalized):
δορπία
Headword (normalized/stripped):
δορπια
IDX:
8793
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8796
Key:
dorpi/a
Data
{'content': 'Δορπία\n δορπία, ἡ,\n the eve of a festival, Hdt.', 'key': 'dorpi/a'}