Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δισχίλιοι
διτάλαντος
διυλίζω
διυπνίζω
διυφαίνω
διφάσιος
διφάω
διφήτωρ
διφθέρα
διφθερίας
διφθέρινος
δίφραξ
διφρεία
διφρευτής
διφρεύω
διφρηλατέω
διφρηλάτης
δίφριος
δίφροντις
δίφρος
διφρουλκέω
View word page
διφθέρινος
διφθέρινος διφθέρινος, η, ον from διφθέρα of tanned leather, Xen.

ShortDef

of tanned leather

Debugging

Headword:
διφθέρινος
Headword (normalized):
διφθέρινος
Headword (normalized/stripped):
διφθερινος
IDX:
8600
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8603
Key:
difqe/rinos

Data

{'content': 'διφθέρινος\n διφθέρινος, η, ον\n from διφθέρα\n of tanned leather, Xen.', 'key': 'difqe/rinos'}