Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δίς
δισσάρχης
δισσός
διστάζω
δίστιχος
δίστολος
δίστομος
δισύλλαβος
δισχίλιοι
διτάλαντος
διυλίζω
διυπνίζω
διυφαίνω
διφάσιος
διφάω
διφήτωρ
διφθέρα
διφθερίας
διφθέρινος
δίφραξ
διφρεία
View word page
διυλίζω
διυλίζω to strain off, τι NTest.

ShortDef

to strain off

Debugging

Headword:
διυλίζω
Headword (normalized):
διυλίζω
Headword (normalized/stripped):
διυλιζω
IDX:
8592
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8595
Key:
diuli/zw

Data

{'content': 'διυλίζω\n to strain off, τι NTest.', 'key': 'diuli/zw'}