Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δισμύριοι
-δις
Δίς
δίς
δισσάρχης
δισσός
διστάζω
δίστιχος
δίστολος
δίστομος
δισύλλαβος
δισχίλιοι
διτάλαντος
διυλίζω
διυπνίζω
διυφαίνω
διφάσιος
διφάω
διφήτωρ
διφθέρα
διφθερίας
View word page
δισύλλαβος
δισύλλαβος δι-σύλλαβος, ον συλλαβή of two syllables, Luc.

ShortDef

of two syllables

Debugging

Headword:
δισύλλαβος
Headword (normalized):
δισύλλαβος
Headword (normalized/stripped):
δισυλλαβος
IDX:
8589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8592
Key:
disu/llabos

Data

{'content': 'δισύλλαβος\n δι-σύλλαβος, ον\n συλλαβή\n of two syllables, Luc.', 'key': 'disu/llabos'}