Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δίπλεθρος
διπλῇ
διπλοίζω
διπλοΐς
διπλόος
διπλόω
δίπλωμα
δίπλωσις
διπόδης
Διπολίεια
Διπολιώδης
δίπορος
διπόταμος
δίπους
δίπτυχος
δίπυλος
δίπυρος
δίρρυμος
δίσαβος
δίσευνος
δισθανής
View word page
Διπολιώδης
Διπολιώδης from Δῑπόλεια Δῑπολι-ώδης, ες εἶδος like the Διπόλια, i. e. obsolete, out of date, Ar.

ShortDef

like the Διπόλια, i. e. obsolete, out of date

Debugging

Headword:
Διπολιώδης
Headword (normalized):
διπολιώδης
Headword (normalized/stripped):
διπολιωδης
IDX:
8560
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8563
Key:
*dipoliw/dhs

Data

{'content': 'Διπολιώδης\n from Δῑπόλεια\n Δῑπολι-ώδης, ες\n εἶδος\n like the Διπόλια, i. e. obsolete, out of date, Ar.', 'key': '*dipoliw/dhs'}