Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δίπηχυς
διπλάδιος
διπλάζω
δίπλαξ
διπλασιάζω
διπλασιόομαι
διπλάσιος
δίπλεθρος
διπλῇ
διπλοίζω
διπλοΐς
διπλόος
διπλόω
δίπλωμα
δίπλωσις
διπόδης
Διπολίεια
Διπολιώδης
δίπορος
διπόταμος
δίπους
View word page
διπλοΐς
διπλοΐς ίδος, ἡ, a double cloak, like δίπλαξ, Anth. from διπλόος
ShortDef
double cloak
Debugging
Headword:
διπλοΐς
Headword (normalized):
διπλοΐς
Headword (normalized/stripped):
διπλοις
IDX:
8553
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8556
Key:
diploi/s
Data
{'content': 'διπλοΐς\n ίδος, ἡ, \n a double cloak, like δίπλαξ, Anth.\n from διπλόος', 'key': 'diploi/s'}