Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
διομολόγησις
διομολογητέος
διονομάζω
Διονυσιάζω
Διονυσιακός
Διονύσια
Διονυσιάς
Διόνυσος
Διόπαις
διόπερ
Διοπετής
διοπεύω
δίοπος
διοπτεύω
διοπτήρ
διόπτης
διόπτρα
διοπτρικός
διοράω
διό
διόργυιος
View word page
Διοπετής
Διοπετής Διο-πετής, ές πίπτω that fell from Zeus, Eur.
ShortDef
that fell from Zeus
Debugging
Headword:
Διοπετής
Headword (normalized):
διοπετής
Headword (normalized/stripped):
διοπετης
IDX:
8510
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8513
Key:
*diopeth/s
Data
{'content': 'Διοπετής\n Διο-πετής, ές\n πίπτω\n that fell from Zeus, Eur.', 'key': '*diopeth/s'}