Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δίκη
δικηφόρος
δικίδιον
δικλίς
δικογραφία
δικολόγος
δικορραφέω
δικορράφος
δικόρυμβος
δικόρυφος
δίκρανον
δικρατής
δίκροος
δίκροτος
δικτατορία
δικτάτωρ
δικτυβολέω
δικτυβόλος
Δίκτυννα
δικτυόκλωστος
δίκτυον
View word page
δίκρανον
δίκρανον δί-κρᾱνον, ου, τό, δίς, κάρα a pitch-fork, Luc.

ShortDef

a pitch-fork

Debugging

Headword:
δίκρανον
Headword (normalized):
δίκρανον
Headword (normalized/stripped):
δικρανον
IDX:
8440
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8444
Key:
di/kranon

Data

{'content': 'δίκρανον\n δί-κρᾱνον, ου, τό,\n δίς, κάρα\n a pitch-fork, Luc.', 'key': 'di/kranon'}