Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δίκερως
δίκη
δικηφόρος
δικίδιον
δικλίς
δικογραφία
δικολόγος
δικορραφέω
δικορράφος
δικόρυμβος
δικόρυφος
δίκρανον
δικρατής
δίκροος
δίκροτος
δικτατορία
δικτάτωρ
δικτυβολέω
δικτυβόλος
Δίκτυννα
δικτυόκλωστος
View word page
δικόρυφος
δικόρυφος δῐ-κόρῠφος, ον κορυφή two-peaked, of Parnassus, Eur.
ShortDef
two-peaked
Debugging
Headword:
δικόρυφος
Headword (normalized):
δικόρυφος
Headword (normalized/stripped):
δικορυφος
IDX:
8439
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8443
Key:
diko/rufos
Data
{'content': 'δικόρυφος\n δῐ-κόρῠφος, ον\n κορυφή\n two-peaked, of Parnassus, Eur.', 'key': 'diko/rufos'}