Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
διευλαβητέος
διευνάω
διευσχημονέω
διευτυχέω
διέχω
διεψευσμένως
δίζημαι
δίζυξ
δίζω
δίζωος
διηγέομαι
διήγησις
διηθέω
διήκω
διημερεύω
διηνεκής
διήνεμος
διηπειρόω
διήρης
διηχέω
διθάλασσος
View word page
διηγέομαι
διηγέομαι fut. ήσομαι Dep. to set out in detail, describe in full, Thuc., etc.
ShortDef
to set out in detail, describe in full
Debugging
Headword:
διηγέομαι
Headword (normalized):
διηγέομαι
Headword (normalized/stripped):
διηγεομαι
IDX:
8376
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8380
Key:
dihge/omai
Data
{'content': 'διηγέομαι\n fut. ήσομαι\n Dep. to set out in detail, describe in full, Thuc., etc.', 'key': 'dihge/omai'}