Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δίδημι
διδράσκω
δίδραχμος
διδυμάνωρ
διδυμητόκος
διδυμάων
διδυμογενής
δίδυμος
διεγγυάω
δίδωμι
διεγγύησις
διεῖδον
διειλημμένως
δίειμι
διεῖπον
διείργω
διείρομαι
διειρύω
διείρω
διειρωνόξενος
διέκδυσις
View word page
διεγγύησις
διεγγύησις from διεγγυάω διεγγύησις, εως a giving of bail, Dem.
ShortDef
a giving of bail
Debugging
Headword:
διεγγύησις
Headword (normalized):
διεγγύησις
Headword (normalized/stripped):
διεγγυησις
IDX:
8297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8301
Key:
dieggu/hsis
Data
{'content': 'διεγγύησις\n from διεγγυάω\n διεγγύησις, εως\n a giving of bail, Dem.', 'key': 'dieggu/hsis'}