Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
διατοξεύσιμος
διατοξεύω
διάτορος
διατρέπω
διατρέφω
διατρέχω
διατρέω
διατριβή
διατρίβω
διατριπτέος
διάτριχα
διάτροπος
διατροφή
διατροχάζω
διατρύγιος
διατρώγω
διατυπόω
διατύπωσις
διαυγάζω
διαυγής
διαυλοδρόμης
View word page
διάτριχα
διάτριχα adverbδιὰ, τρίχα, adv. = τρίχα in three divisions, three ways, Il.
ShortDef
in three divisions, three ways
Debugging
Headword:
διάτριχα
Headword (normalized):
διάτριχα
Headword (normalized/stripped):
διατριχα
IDX:
8194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8198
Key:
dia/trixa
Data
{'content': 'διάτριχα\nadverbδιὰ, τρίχα, adv.\n = τρίχα\n in three divisions, three ways, Il.', 'key': 'dia/trixa'}