διατοξεύσιμος
διατοξεύσιμος
δια-τοξεύσιμος, ον
τοξέυω
that can be shot across, δ. χώρα a place within arrow-shot, Plut.
{ "content": "διατοξεύσιμος\n δια-τοξεύσιμος, ον\n τοξέυω\n that can be shot across, δ. χώρα a place within arrow-shot, Plut.", "key": "diatoceu/simos" }