Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
διαρραίνω
διαρραίω
διαρρέω
διαρρήγνυμι
διαρρήδην
διάρριμμα
διαρρίπτω
διάρριψις
διαρροή
διαρροθέω
διάρροια
διαρροιζέω
διαρρύδαν
διάρρυτος
διαρρώξ
διαρταμέω
διαρτάω
διασαίνω
διασαίρω
διασαλακωνίζω
διασαλεύω
View word page
διάρροια
διάρροια διάρροια, ἡ, διαρρέω diarrhoea, Thuc.
ShortDef
diarrhoea
Debugging
Headword:
διάρροια
Headword (normalized):
διάρροια
Headword (normalized/stripped):
διαρροια
IDX:
8077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8081
Key:
dia/rroia
Data
{'content': 'διάρροια\n διάρροια, ἡ,\n διαρρέω\n diarrhoea, Thuc.', 'key': 'dia/rroia'}