Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
διαπορέω
διαπορθέω
διαπορθμεύω
διαποστέλλω
διαπραγματεύομαι
διάπραξις
διαπράσσω
διαπρεπής
διαπρέπω
διαπρεσβεύομαι
διαπρηστεύω
διαπρίω
διαπρό
διαπρύσιος
διαπταίω
διαπτοέω
διαπτύσσω
διαπτυχή
διαπτύω
διαπυκτεύω
διαπυνθάνομαι
View word page
διαπρηστεύω
διαπρηστεύω v. διαδρηστεύω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
διαπρηστεύω
Headword (normalized):
διαπρηστεύω
Headword (normalized/stripped):
διαπρηστευω
IDX:
8042
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n8046
Key:
diaprhsteu/w
Data
{'content': 'διαπρηστεύω\n \n \n \n \n v. διαδρηστεύω', 'key': 'diaprhsteu/w'}