διαπολέμησις
διαπολέμησις
διαπολέμησις, εως
from διαπολεμέω
a finishing of the war, Thuc.
{
"content": "διαπολέμησις\n διαπολέμησις, εως\n from διαπολεμέω\n a finishing of the war, Thuc.",
"key": "diapole/mhsis"
}