Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

ἀγαθοποιία
ἀγαθοποιός
ἀγαθός
ἀγαθωσύνη
ἀγαίομαι
ἀγακλεής
ἀγακλειτός
ἀγακλυτός
ἀγα-κτιμένη
ἀγάλακτος
ἀγαλλίασις
ἀγαλλιάω
ἀγαλλίς
ἀγάλλω
ἄγαλμα
ἀγαλματοποιός
ἄγαμαι
Ἀγαμεμνόνεος
Ἀγαμεμνονίδης
Ἀγαμέμνων
ἀγαμένως
View word page
ἀγαλλίασις
ἀγαλλίασις great joy, exultation, NTest.

ShortDef

great joy, exultation

Debugging

Headword:
ἀγαλλίασις
Headword (normalized):
ἀγαλλίασις
Headword (normalized/stripped):
αγαλλιασις
IDX:
80
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n80
Key:
a)galli/asis

Data

{'content': 'ἀγαλλίασις\n great joy, exultation, NTest.', 'key': 'a)galli/asis'}