Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

διαβολή
διαβολία
διάβολος
διαβόρος
διαβουκολέω
διαβουλεύω
διαβούλιον
διαβρέχω
διάβροχος
διαβυνέω
διαγαληνίζω
διαγανακτέω
διαγανάκτησις
διαγγέλλω
διάγγελος
διαγελάω
διαγίγνομαι
διαγιγνώσκω
διαγκυλίζομαι
διαγλάφω
διάγλυπτος
View word page
διαγαληνίζω
διαγαληνίζω fut. ίσω γαλήνη to make quite calm, Ar.

ShortDef

to make quite calm

Debugging

Headword:
διαγαληνίζω
Headword (normalized):
διαγαληνίζω
Headword (normalized/stripped):
διαγαληνιζω
IDX:
7681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7685
Key:
diagalhni/zw

Data

{'content': 'διαγαληνίζω\n fut. ίσω\n γαλήνη\n to make quite calm, Ar.', 'key': 'diagalhni/zw'}