Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δημαγωγία
δημαγωγικός
δημαγωγός
δημακίδιον
δημάρατος
δημαρχέω
δημαρχία
δημαρχικός
δήμαρχος
δημεραστής
δήμευσις
δημεύω
δημηγορέω
δημηγορία
δημηγορικός
δημηγόρος
Δημήτηρ
δημίδιον
δημίζω
δημιοπληθής
δημιόπρατα
View word page
δήμευσις
δήμευσις confiscation of oneʼs property, Plat.

ShortDef

confiscation of one's property

Debugging

Headword:
δήμευσις
Headword (normalized):
δήμευσις
Headword (normalized/stripped):
δημευσις
IDX:
7578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7582
Key:
dh/meusis

Data

{'content': 'δήμευσις\n confiscation of oneʼs property, Plat.', 'key': 'dh/meusis'}