Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δημαγωγέω
δημαγωγία
δημαγωγικός
δημαγωγός
δημακίδιον
δημάρατος
δημαρχέω
δημαρχία
δημαρχικός
δήμαρχος
δημεραστής
δήμευσις
δημεύω
δημηγορέω
δημηγορία
δημηγορικός
δημηγόρος
Δημήτηρ
δημίδιον
δημίζω
δημιοπληθής
View word page
δημεραστής
δημεραστής a friend of the people, Plat.

ShortDef

a friend of the people

Debugging

Headword:
δημεραστής
Headword (normalized):
δημεραστής
Headword (normalized/stripped):
δημεραστης
IDX:
7577
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7581
Key:
dhmerasth/s

Data

{'content': 'δημεραστής\n a friend of the people, Plat.', 'key': 'dhmerasth/s'}