Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δεσποτεία
δεσποτέω
δεσπότης
δεσποτικός
δεσποτίσκος
δεσπότις
δετή
δεῦμα
δεῦρο
δευσοποιός
δεύτατος
δεῦτε
δευτεραγωνιστής
δευτεραῖος
δευτερεῖος
δευτερεύω
δευτερόπρωτον
δεύτερος
δεύω
δεύω
δέφω
View word page
δεύτατος
δεύτατος Sup. of δεύτερος the last, Il.
ShortDef
the last
Debugging
Headword:
δεύτατος
Headword (normalized):
δεύτατος
Headword (normalized/stripped):
δευτατος
IDX:
7524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7528
Key:
deu/tatos
Data
{'content': 'δεύτατος\n Sup. of δεύτερος\n the last, Il.', 'key': 'deu/tatos'}