Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δεσπόζω
δέσποινα
δεσπόσυνος
δεσποτεία
δεσποτέω
δεσπότης
δεσποτικός
δεσποτίσκος
δεσπότις
δετή
δεῦμα
δεῦρο
δευσοποιός
δεύτατος
δεῦτε
δευτεραγωνιστής
δευτεραῖος
δευτερεῖος
δευτερεύω
δευτερόπρωτον
δεύτερος
View word page
δεῦμα
δεῦμα δεύω that which is wet, δεύματα κρεῶν boiled flesh, Pind.
ShortDef
that which is wet
Debugging
Headword:
δεῦμα
Headword (normalized):
δεῦμα
Headword (normalized/stripped):
δευμα
IDX:
7521
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7525
Key:
deu=ma
Data
{'content': 'δεῦμα\n δεύω\n that which is wet, δεύματα κρεῶν boiled flesh, Pind.', 'key': 'deu=ma'}