Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δενδρήεις
δενδριακός
δενδρίτης
δενδροβατέω
δενδροκόμης
δενδρόκομος
δενδροκοπέω
δένδρον
δενδροπήμων
δενδροτομέω
δενδροφόρος
δενδρόφυτος
δενδρώδης
δενδρῶτις
δεννάζω
δέννος
δεξαμενή
δεξιά
δεξίμηλος
δεξιολάβος
δεξιόομαι
View word page
δενδροφόρος
δενδροφόρος φέρω bearing trees; Sup. -ώτατος, Plut.

ShortDef

bearing trees

Debugging

Headword:
δενδροφόρος
Headword (normalized):
δενδροφόρος
Headword (normalized/stripped):
δενδροφορος
IDX:
7465
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7469
Key:
dendrofo/ros

Data

{'content': 'δενδροφόρος\n φέρω\n bearing trees; Sup. -ώτατος, Plut.', 'key': 'dendrofo/ros'}