Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δελφίς
Δελφοί
Δελφός
δελφύς
δέμας
δέμνιον
δεμνιοτήρης
δέμω
δενδίλλω
δένδρεον
δενδρήεις
δενδριακός
δενδρίτης
δενδροβατέω
δενδροκόμης
δενδρόκομος
δενδροκοπέω
δένδρον
δενδροπήμων
δενδροτομέω
δενδροφόρος
View word page
δενδρήεις
δενδρήεις δένδρον woody, Od.
ShortDef
woody
Debugging
Headword:
δενδρήεις
Headword (normalized):
δενδρήεις
Headword (normalized/stripped):
δενδρηεις
IDX:
7455
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7459
Key:
dendrh/eis
Data
{'content': 'δενδρήεις\n δένδρον\n woody, Od.', 'key': 'dendrh/eis'}