Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

δεητικός
δεῖγμα
δειγματίζω
δειδήμων
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
δείδω
δειελιάω
δειελινός
δείελος
δεικανάω
δεικηλίκτας
δείκηλον
δείκνυμι
δεικτέος
δειλαίνω
δείλαιος
δειλακρίων
δείλακρος
δείλη
δειλία
View word page
δεικανάω
δεικανάω = δείκνυμι to point out, shew, in Ionic imperf. δεικανάασκεν Theocr. Hom. uses it only in Mid. = δειδίσκομαι, to salute, greet, δεικανόωντʼ ἐπέεσσιν Od.; δεικανόωντο δέπασσι pledged him, Il.

ShortDef

to point out, shew

Debugging

Headword:
δεικανάω
Headword (normalized):
δεικανάω
Headword (normalized/stripped):
δεικαναω
IDX:
7332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7336
Key:
deikana/w

Data

{'content': 'δεικανάω\n = δείκνυμι\n to point out, shew, in Ionic imperf. δεικανάασκεν Theocr.\n Hom. uses it only in Mid. = δειδίσκομαι, to salute, greet, δεικανόωντʼ ἐπέεσσιν Od.; δεικανόωντο δέπασσι pledged him, Il.', 'key': 'deikana/w'}