Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δαφνιακός
δαφνογηθής
δαφνόκομος
δαφνώδης
δαφοινός
δαψιλής
δάω
δέατο
δεδίσκομαι
δεδοκημένος
δέελος
δέημα
δέησις
δεητικός
δεῖγμα
δειγματίζω
δειδήμων
δειδίσκομαι
δειδίσσομαι
δείδω
δειελιάω
View word page
δέελος
δέελος resolved form of δῆλος, Il.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
δέελος
Headword (normalized):
δέελος
Headword (normalized/stripped):
δεελος
IDX:
7319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7323
Key:
de/elos
Data
{'content': 'δέελος\n resolved form of δῆλος, Il.', 'key': 'de/elos'}