Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
Δαυλία
Δαυλιάς
Δαύλιος
Δαυλίς
δάφνη
δαφνηφορέω
δαφνηφόρος
δαφνιακός
δαφνογηθής
δαφνόκομος
δαφνώδης
δαφοινός
δαψιλής
δάω
δέατο
δεδίσκομαι
δεδοκημένος
δέελος
δέημα
δέησις
δεητικός
View word page
δαφνώδης
δαφνώδης εἶδος like laurel: laurelled, Eur.
ShortDef
like laurel: laurelled
Debugging
Headword:
δαφνώδης
Headword (normalized):
δαφνώδης
Headword (normalized/stripped):
δαφνωδης
IDX:
7312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7316
Key:
dafnw/dhs
Data
{'content': 'δαφνώδης\n εἶδος\n like laurel: laurelled, Eur.', 'key': 'dafnw/dhs'}