Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
δαίω
δαίω
δακέθυμος
δακνάζω
δάκνω
δάκος
δάκρυμα
δακρυόεις
δάκρυον
δακρυπλώω
δάκρυ
δακρυρροέω
δακρύρροος
δακρυσίστακτος
δακρυτός
δακρυχαρής
δακρυχέων
δακρυώδης
δακρύω
δακτυλήθρα
δακτυλικός
View word page
δάκρυ
δάκρυ poetic for δάκρυον a tear, Lat. lacruma, Hom., Trag. like δάκρυον, any drop, δ. πεύκινον Eur.
ShortDef
a tear
Debugging
Headword:
δάκρυ
Headword (normalized):
δάκρυ
Headword (normalized/stripped):
δακρυ
IDX:
7220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7224
Key:
da/kru
Data
{'content': 'δάκρυ\n poetic for δάκρυον\n a tear, Lat. lacruma, Hom., Trag.\n like δάκρυον, any drop, δ. πεύκινον Eur.', 'key': 'da/kru'}