Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γυμνάσιον
γυμνάς
γυμναστέος
γυμναστής
γυμναστικός
γυμνής
γυμνητεύω
γυμνήτης
γυμνητεία
γυμνητικός
γυμνικός
γυμνιτεύω
γυμνοπαιδίαι
γυμνοσοφισταί
γυμνός
γυμνότης
γυμνόω
γύμνωσις
γυμνωτέος
γυναικεῖος
γυναικίας
View word page
γυμνικός
γυμνικός γυμνός of or for gymnastic exercises, Hdt., Thuc.
ShortDef
of or for gymnastic exercises, gymnastic
Debugging
Headword:
γυμνικός
Headword (normalized):
γυμνικός
Headword (normalized/stripped):
γυμνικος
IDX:
7129
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7133
Key:
gumniko/s
Data
{'content': 'γυμνικός\n γυμνός\n of or for gymnastic exercises, Hdt., Thuc.', 'key': 'gumniko/s'}