Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γυμνασία
γυμνασιαρχέω
γυμνασιάρχης
γυμνασιαρχία
γυμνασιαρχικός
γυμνάσιον
γυμνάς
γυμναστέος
γυμναστής
γυμναστικός
γυμνής
γυμνητεύω
γυμνήτης
γυμνητεία
γυμνητικός
γυμνικός
γυμνιτεύω
γυμνοπαιδίαι
γυμνοσοφισταί
γυμνός
γυμνότης
View word page
γυμνής
γυμνής γυμνός a light-armed foot-soldier, slinger, Hdt., Eur., Xen.

ShortDef

a light-armed foot-soldier, slinger

Debugging

Headword:
γυμνής
Headword (normalized):
γυμνής
Headword (normalized/stripped):
γυμνης
IDX:
7124
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7128
Key:
gumnh/s

Data

{'content': 'γυμνής\n γυμνός\n a light-armed foot-soldier, slinger, Hdt., Eur., Xen.', 'key': 'gumnh/s'}