Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γρύψ
γρώνη
γύαια
γύαλον
γύης
γύης2
γυιοβαρής
γυιοβόρος
γυῖον
γυιοπαγής
γυιοπέδη
γυιός
γυιοτακής
γυιόχαλκος
γυιόω
γυλιαύχην
γυλιός
γυμνάζω
γυμνασία
γυμνασιαρχέω
γυμνασιάρχης
View word page
γυιοπέδη
γυιοπέδη a fetter, Aesch.
ShortDef
a fetter
Debugging
Headword:
γυιοπέδη
Headword (normalized):
γυιοπέδη
Headword (normalized/stripped):
γυιοπεδη
IDX:
7106
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7110
Key:
guiope/dh
Data
{'content': 'γυιοπέδη\n a fetter, Aesch.', 'key': 'guiope/dh'}