Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Middle Liddell
γραμματείδιον
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματικεύομαι
γραμματικός
γραμμάτιον
γραμματιστής
γραμματόκος
γραμματοκύφων
γραμματολικριφίς
γραμματοφορέω
γραμματοφόρος
γραμματοφυλάκιον
γραμμή
γραοσόβης
γραπτέος
γραπτήρ
γραπτός
γραπτύς
View word page
γραμματοκύφων
γραμματοκύφων nickname of a γραμματεύς, a porer over records, Dem.
ShortDef
a porer over records
Debugging
Headword:
γραμματοκύφων
Headword (normalized):
γραμματοκύφων
Headword (normalized/stripped):
γραμματοκυφων
IDX:
7067
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7071
Key:
grammatoku/fwn
Data
{'content': 'γραμματοκύφων\n nickname of a γραμματεύς, a porer over records, Dem.', 'key': 'grammatoku/fwn'}