Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Middle Liddell

γουνός
γοῦν
γραῖα
γραΐδιον
γραιόομαι
γραῖος
γράμμα
γραμματεία
γραμματείδιον
γραμματεῖον
γραμματεύς
γραμματεύω
γραμματηφόρος
γραμματικεύομαι
γραμματικός
γραμμάτιον
γραμματιστής
γραμματόκος
γραμματοκύφων
γραμματολικριφίς
γραμματοφορέω
View word page
γραμματεύς
γραμματεύς γράμμα a secretary, clerk, Lat. scriba, Thuc., etc.

ShortDef

a secretary, clerk

Debugging

Headword:
γραμματεύς
Headword (normalized):
γραμματεύς
Headword (normalized/stripped):
γραμματευς
IDX:
7059
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:middle-liddell.perseus-eng2-n7063
Key:
grammateu/s

Data

{'content': 'γραμματεύς\n γράμμα\n a secretary, clerk, Lat. scriba, Thuc., etc.', 'key': 'grammateu/s'}